"The Sounds and Tammy"

"The Sounds and Tammy - Live 1966"




          Η Go Create Music με χαρά κάνει τα πρώτα της βήματα στο χώρο της παραγωγής  βινυλίου, παρουσιάζοντας σε συμπαραγωγή με την B-otherSide records-Lost Archives, μία ακυκλοφόρητη, έως τώρα, ζωντανή ηχογράφηση των Sounds με την Τάμμυ, από τον χειμώνα του 1966.
          Εκτός της παραγωγής, το έμπειρο τμήμα της Go Create Graphic Creations, ανέλαβε και έφερε εις πέρας με επιτυχία, το δύσκολο έργο της δημιουργίας ενός vintage εξωφύλλου, στηριγμένο πάνω στο υπάρχον φωτογραφικό υλικό. Εκτός αυτών, είχε την επιμέλεια της δημιουργίας της συλλεκτικής κασετίνας, όπως και όλων των εικαστικών παρεμβάσεων που έλαβαν χώρα στις αφίσες και τις καρτ-ποστάλ που περιλαμβάνονται στην συλλεκτική αυτή έκδοση.
          Όσον αφορά το περιεχόμενο, από την πομπίνα διασώθηκαν σε πολύ καλή κατάσταση 18 τραγούδια, μέσα στα οποία περιέχονται και 2 αδισκογράφητα μέχρι τώρα, το "Les trois garcons", ένα γρήγορο cha-cha που αποδίδει  μοναδικά η Τάμμυ και το 12μετρο blues "I've got no reasons to stay" με την υπέροχη βραχνή φωνή του guest  Γιώργου Πετρίδη (ex Bluebirds). Στην έκδοση περιλαμβάνονται ακόμα τα "Daydream" και "The story of a tramp"  από το πρώτο και υπερσπάνιο single των Sounds το οποίο περιέχεται και στην έγκριτη αμερικάνικη συλλογή "Girls in the Garage Vol.5" , παιγμένα ζωντανά μαζί με 16 ακόμα διασκευές, που απάρτιζαν το πρόγραμμα  των Sounds. Τα τραγούδια αποδίδουν ο Τάκης Σφακιανόπουλος (οργανίστας του γκρουπ που άνοιγε το πρόγραμμα με ιταλικά και γαλλικά τραγούδια) και συνεχίζει  με την Τάμμυ και τον Τάκη Αντωνιάδη.
          Η κυκλοφορία έχει γίνει σε 450 αριθμημένες κόπιες, από τις οποίες οι 200 σε μαύρο βινύλιο και οι 183 σε λευκό βινύλιο, οι οποίες περιέχουν εξασέλιδο ένθετο με ακυκλοφόρητο φωτογραφικό υλικό από το αρχείο του κ. Άλκη Έξαρχου (μάνατζερ και φωτογράφου της μπάντας) και την βιογραφία του συγκροτήματος στα ελληνικά και σε αγγλική μετάφραση. Τέλος, οι πρώτες 66 κόπιες έρχονται μέσα σε δερμάτινο Box Set με ανάγλυφη ασημοτυπία, μέσα στο οποίο υπάρχουν έξτρα cd με τα τραγούδια του βινυλίου, 4 καρτ-ποστάλ (2 από Sounds και 2 από Τάμμυ) ρεπλίκες από αυθεντικά αυτόγραφα της εποχής, μια αφίσα 30cm x 40cm και μια γιγαντοαφίσα 60cm x 90cm, υπογεγραμμένη από την Τάμμυ. Τον καθαρισμό και το mastering των ηχογραφήσεων επιμελήθηκε ο Γιάννης Κύρης.


To άλμπουμ είναι αφιερωμένο στην μνήμη του Τάκη Αντωνιάδη.

Ένα δείγμα μπορείτε να ακούσετε εδώ :




"Venus In Furs"


" Dead Europe "



Το εξώφυλλο των Venus In Furs μάλλον διεκδικεί τον τίτλο της πιο εύκολης εργασίας μου, αφού η συνεργασία με την μπάντα ήταν άψογη και η δημιουργία των εικαστικών μερών έγινε με μια αβίαστη και φυσική διαδικασία, που είχε την ευκαιρία να ωριμάσει μέσα από τον χρόνο που μεσολάβησε από την αρχική του version μέχρι το τελικό αποτέλεσμα που τελικά αποτυπώθηκε στο βινύλιο.
Αρχικά για την επιλογή του θέματος του εξωφύλλου έπρεπε να βρεθεί κάτι που να συνδέει την ιστορική dark wave πορεία του γκρουπ από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 με την σημερινή post punk κατεύθυνση που έχει πάρει , πάντα μέσα στα πλαίσια μιας περιρρέουσας σκοτεινιάς που τυλίγει τους στίχους τους. Με την σύμφωνη γνώμη του γκρουπ αποφασίστηκε να επιλεγεί μια λεπτομέρεια από κρίνο, μέσα σε ένα μωβ και άσπρο πλαίσιο, προφανώς δίνοντας άμεσα την αίσθηση ότι πρόκειται για λεπτομέρεια από κάποιο επιτύμβιο στόλισμα, κάτι που άλλωστε επιδιώκαμε ώστε να υπάρξει άμεσος συσχετισμός με τον τίτλο του άλμπουμ “Dead Europe”. Ουσιαστικά από το εξώφυλλο ακόμα, και χωρίς πολλά περιθώρια για λάθος κατανόηση, εστίασα στο να περάσει όσο το δυνατόν καθαρότερα το μήνυμα που κόμιζαν οι Venus In Furs.
Αντίστοιχα στο οπισθόφυλλο για να μην υπάρξει οποιαδήποτε σύγχυση με μια οποιαδήποτε άλλη τυχαία επιλογή, διάλεξα να απομονώσω ένα κομμάτι του εξωφύλλου που μου πρόσφερε την πρακτικότητα να είναι αρκετά σκούρο από την μια πλευρά και να παρέχει την δυνατότητα παράλληλα να αναδείξω το ρητό του Borges στην απάνω αριστερή πλευρά, σε άσπρο πάντα χρώμα. Η αντιδιαστολή του λευκού χρώματος με το κυρίαρχο και πένθιμο μωβ, βοήθησε και στην ανάδειξη των τίτλων των τραγουδιών, με την αντίστοιχη γραμματοσειρά που θα ενίσχυε το αποτέλεσμα, ώστε να επιτείνει την σκοτεινή επίγευση των Venus In Furs.
Όσον αφορά το εσώφυλλο, τα πράγματα ήταν σαφώς πιο απλά αφού στην μπροστινή του όψη επέλεξα πάλι να απομονώσω ένα μεγάλο θεματικό κομμάτι του εξωφύλλου και για να υπάρχει μια αντιδιαστολή, πρόσθεσα τους κόκκους (pixels) που δίνουν μια παλαιϊκή υφή, μετατοπίζοντας το βάρος στα γραφόμενα του συγκροτήματος, πάντα σε λευκό χρώμα. Στο οπισθόφυλλο, θέλοντας να απομονώσω την προσοχή του αναγνώστη στους εξαιρετικούς στίχους του Περικλή Μποζινάκη, κράτησα το λευκό χρώμα στην γραμματοσειρά και ως φόντο επέλεξα μια απόχρωση του βιολετί χρώματος, η οποία είχα πληροφορηθεί πως θα έντυνε κάποια έγχρωμα βινύλια της έκδοσης του δίσκου, ώστε να προετοιμάζει αυτόν που θα έπιανε στα χέρια του το έγχρωμο βινύλιο. Τέλος για τις ετικέτες του δίσκου προτίμησα να κρατήσω το αρχικό λουλούδι με βάση το κεντράρισμα της τρύπας, ώστε να υπάρχει μια ισορροπία στον δεδομένα στενό χώρο του label και στην αριστερή πλευρά έδωσα μόνο τις απαραίτητες πληροφορίες, δηλαδή τις στροφές του δίσκου και την πλευρά, τα δύο απαραίτητα συστατικά για αυτόν που βρίσκεται πάνω από το πικ-απ και ετοιμάζεται να ακούσει τον δίσκο, χωρίς να επιβαρύνω την επιφάνια με περιττά στοιχεία.


"Διάφανα Κρίνα"

« Κι η αγάπη πάλι θα καλεί»



               Η μεταγραφή του εξωφύλλου των Διάφανων Κρίνων από την φόρμα του cd σε εξώφυλλο βινυλίου είναι από μόνο του μια πρόκληση, αφού πέρα από τα τεχνικά προβλήματα που προκύπτουν (ανάλυσης, καθαρότητας εικόνας κ.λ.π.), υπήρχε και ο γόρδιος δεσμός του Unipack Gatefold. Ο συγκεκριμένος τύπος εξωφύλλου χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στην δισκογραφία την δεκαετία του 70 και κύριο χαρακτηριστικό της είναι πως ενώ το εξώφυλλο ανοίγει όπως τα κλασσικά gatefold εξώφυλλα, τα βινύλια δεν μπαίνουν από το πλάι, αλλά από την μέσα πλευρά, φτιάχνοντας ουσιαστικά μια «τσέπη» για να φιλοξενήσει τον δίσκο. Στην περίπτωση μας, επειδή δεν βρέθηκε πουθενά στην Ελλάδα και στην Ευρώπη κάποιο εργοστάσιο που να παρέχει την μακέτα για ένα Unipack, προφανώς επειδή έχει καταργηθεί, είχα να αντιμετωπίσω την πρώτη πρόκληση. Έφτιαξα ένα πρωτότυπο μοντέλο κατόπιν αρκετών μελετών και δοκιμών, το οποίο έχει την δυνατότητα να δεχθεί δύο δίσκους βινυλίων καθώς και το 8-σέλιδο ένθετο, χωρίς ούτε να αφήνει μπόσικα σημεία στα οποία θα τσακιστεί ή θα «παίζει» ο δίσκος, αλλά και χωρίς να είναι τόσο σφιχτός ώστε να κάνει «δαχτυλίδι» πάνω στις επιφάνειες με την πάροδο του χρόνου. Η μακέτα λειτούργησε τέλεια και σε συνδυασμό με το καλό κόλλημα που έγινε, φτιάχτηκε ένα λειτουργικό και ανθεκτικό εξώφυλλο ενώ η μακέτα έχει κατοχυρωθεί για μελλοντικές χρήσεις.
           Σε ότι αφορά το θέμα της εικαστικής προσαρμογής, ανέκυψαν άλλα προβλήματα, όπως αρχικά το ότι δεν υπήρχε το πρωτογενές υλικό σε διαφορετικά κομμάτια, παρά μόνο η τελική μακέτα του cd με την οποία έπρεπε να δουλέψω, οπότε οποιαδήποτε αλλαγή έγινε ήταν επίπονη τόσο σε χρόνο όσο και σε κόπο. Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα που ανέκυψε στην πράξη, ήταν ότι το βινύλιο διέθετε μια ακόμη επιφάνεια (την εσωτερική δεξιά) η οποία δεν υπήρχε στο cd οπότε με την σύμφωνη γνώμη της μπάντας, χρησιμοποιήθηκε το label του cd και διαμορφώθηκε κατάλληλα ώστε να έχει μια συνέπεια και συνέχεια με το υπόλοιπο εικαστικό τμήμα της εσωτερικής πλευράς, φτιάχνοντας μια μαύρη υδρόγειο.




           Για το ένθετο, το αντίστοιχο πρόβλημα προσαρμογής που προέκυψε ήταν το γεγονός πως οι 14 σελίδες από το βιβλιαράκι του cd έπρεπε να προσαρμοστούν στον αναντίστοιχο αριθμό των 8 σελίδων του γιγαντιαίου ενθέτου του βινυλίου. Οι σελίδες έχουν ταιριάξει με τέτοιο τρόπο ώστε να φαίνονται σαν ένα εσκεμμένο κολάζ και για τον προφητικό «Τελευταίο σταθμό», λόγω του ειδικού βάρους που είχε ως κύκνειο άσμα του γκρουπ, επιλέχτηκε να του δοθεί μια ολόκληρη σελίδα για την παρουσίασή του. Ακόμα, το καλαίσθητο ανθρωπάκι που σχεδίασε ο Θάνος Ανεστόπουλος χρησιμοποιήθηκε στην προτελευταία σελίδα του ενθέτου και στην τελευταία παρέμειναν τα credits του δίσκου, με τις κατάλληλες πάντα αλλαγές, όπου χρειάστηκε.
               Κλείνοντας, να αναφερθεί πως για τα 4 label του άλμπουμ χρησιμοποιήθηκε πάλι το ανθρωπάκι σε σμίκρυνση και σε συνδυασμό με το γκρι χρώμα που υπήρχε μέσα στο label του cd, έφτιαξα ένα 60’s αισθητικής label, έχοντας ως πρότυπο τα κύρια label της Motown και της Sun, ώστε να υπάρξει μια πρωτότυπη και φρέσκια νότα, πάνω σε vintage αναφορές και πλαίσια. 




"Παρθενογένεσις"

Η ιστορία της δημιουργίας των εικαστικών μερών του δίσκου




                 Είναι μεγάλη η πρόκληση του να σχεδιάσεις ένα εξώφυλλο ενός γκρουπ όπως οι Παρθενογένεσις το 2012, ειδικά λόγω του ειδικού βάρους που συνοδεύει ο μύθος του συγκροτήματος και παράλληλα η πρόκληση να παρουσιάσεις κάτι αρκετά κοντά σε αυτό που θα έπρεπε να είχε βγει στην εποχή του χωρίς να χρησιμοποιηθούν εύκολες και δεδομένες μανιέρες (π.χ. χρήση ασπρόμαυρου) και παράλληλα να έχει την αισθητική έγκριση των μελών.
           Αρχικά για το εξώφυλλο χρησιμοποιήθηκε ως βασικός πυρήνας ένα διασωθέν απόκομμα εισιτηρίου συναυλίας των Παρθενογένεσις  , το οποίο περιείχε εκτός από το αυθεντικό σήμα του γκρουπ και την αισθητική προσέγγιση πάνω στην χρωματική παλέτα που θα χρησιμοποιούνταν ύστερα. Για να δοθεί ένα ειδικό βάρος στην μπροστινή πλευρά του εξωφύλλου , κρίθηκε πως το σήμα του γκρουπ με την Δημοκρίτεια ατομική θεώρηση θα ήταν ιδανικό να κατέχει την κεντρική θέση ενώ ως χρώμα κρατήθηκε το θλιμμένο βιολετί με τα αυθεντικά λευκά γράμματα του γκρουπ και ως φόντο το αγαπημένο τους μαύρο χρώμα. Επίσης το λαιτ-μοτίβ που υπήρχε με τους συγκλονιστικούς στίχους από το “I will not apologize” και αποτελούσε φράση κλειδί για το γκρουπ, χρησιμοποιήθηκε αυτούσια με το αυθεντικό της κόκκινο χρώμα, τονίζοντας τους αιμάτινους δεσμούς της μπάντας και έντυσε σε μορφή κυκλικού δαχτυλιδιού το σήμα του συγκροτήματος, για να μην επιβαρύνει ανισομερώς το εξώφυλλο με μια απλή παράθεση σε οριζόντια μορφή. Αντίστοιχα στο οπισθόφυλλο, για να υπάρχει μια ισορροπία, χρησιμοποιήθηκε το ίδιο σπειροειδές κυκλικό σχήμα , έχοντας ως πυρήνα έναν μωβ ήλιο . Από την αριστερή πλευρά έγινε παράθεση των τίτλων των τραγουδιών με τη συγκεκριμένη γραμματοσειρά ώστε να τονιστεί η σύνδεση με την χρονική περίοδο που έδρασαν οι Παρθενογένεσις ενώ από την δεξιά πλευρά μπήκαν στην μοναδική έγχρωμη φωτογραφία τους διάφορα φίλτρα ώστε να αναδειχθεί η υποδόρια ηλεκτρική ένταση που διαπερνούσε τους μουσικούς.
            Στο τετρασέλιδο ένθετο χρησιμοποιήθηκε ως αφίσα – εμπροσθόφυλλο, μια ανέκδοτη φωτογραφία που ανακαλύφτηκε τελευταία στιγμή από τον Τάκη Πολυχρονόπουλο και λόγω του όμορφου και φυσικού στησίματος της μπάντας πάνω στην σκηνή είχε αυτόματα ρόλο πρωτεύοντα στην ανάδειξη της συναυλιακής έντασης των Παρθενογένεσις και από πάνω πλαισιώθηκε από το σήμα του γκρουπ. Στις εσωτερικές σελίδες , δόθηκε έμφαση στην παράθεση του πλούσιου υλικού που βρέθηκε και είναι σχεδόν αυτούσια όλη η διασωθείσα παρουσία του συγκροτήματος στον μουσικό τύπο της εποχής ενώ έγινε προσπάθεια να φαίνονται καθαρά όλα τα αποκόμματα καθώς και το πλήθος των ανέκδοτων φωτογραφιών. Ως τεχνοτροπία χρησιμοποιήθηκε η λογική της «τυχαίας» παράθεσης ώστε να υποστηρίζει την πανκ αντίληψη της μπάντας και έγινε εφικτό ώστε να συμπεριληφθεί όλο το διαθέσιμο υλικό. Στο διασωθέν μανιφέστο του γκρουπ δεν έγινε κάποια περαιτέρω επεξεργασία αφού δεν κρίθηκε αναγκαίο λόγω της αυθύπαρκτης αισθητικής που διέθετε ,γραμμένο από μια γραφομηχανή εποχής, να γίνει κάποια αλλαγή ενώ έδωσε και το έναυσμα να χρησιμοποιηθεί η ίδια γραμματοσειρά και στο βιογραφικό του γκρουπ , το οποίο προήλθε από το χέρι των ίδιων και αποτελεί την πιο γνήσια καταγραφή της πορείας τους. Τέλος για την καρτ-ποστάλ που μπήκε ένθετη στον δίσκο και επειδή είχε ειδικό βάρος αφού αποτελούσε την τελευταία παρουσία των Παρθενογένεσις μπροστά στον φακό, χρησιμοποιήθηκε ένα μαύρο πλαίσιο για να τονίσει την κύκνεια παρουσία τους στα μουσικά δρώμενα.